δίηχ

δίηχ
το
μουσ. σύνολο δύο φθογγοσήμων τής ίδιας αξίας που αντιστοιχούν σε τρία τής ίδιας ή σε ένα τής αμέσως μεγαλύτερης αξίας και σημειώνονται με σύζευξη που τήν ακολουθεί ο αριθμός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”